Δευτέρα 23 Φεβρουαρίου 2009

ΒΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ & ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ



Διαχείριση Περιβαλλοντικών επιπτώσεων- ο ρόλος του Αρχιτέκτονα


Πάνε 30 ακριβώς χρόνια από το 1979, όταν η «αστική μόλυνση» είχε αποκτήσει μια επίκαιρη αίγλη. Ήταν η εποχή που το νέφος της Αθήνας αποτελούσε το κεντρικό σύνθημα στην πολιτική αντιπαράθεση της εποχής. Κάθε τόσο, ένα κιτρινοπράσινο πηχτό νέφος παγιδευόταν πάνω από το λεκανοπέδιο της Αθήνας και προκαλούσε δύσπνοια, ανησυχία και ως συνήθως πολιτικές έριδες, όχι για το πώς θα αντιμετωπισθεί αλλά κυρίως για το ποιος θα το αντιμετωπίσει.

Η πολύ παλαιότερη εμπειρία του smog του Λονδίνου, που σε διάρκεια 1 εβδομάδας το 1952 είχε δολοφονήσει 4.000 ανθρώπους, προσανατόλισε τους επιστήμονες στην προστασία της ατμόσφαιρας από την εκπομπή και διάχυση βλαβερών σωματιδίων, ρυπαντών και μολυντών καθώς και από τις επακόλουθες επιβλαβείς χημικές αντιδράσεις. Οι καθηγητές της μετεωρολογίας (Ζαμπάκας, Μαριολόπουλος) στο πανεπιστήμιο Αθηνών, με κύρια βιβλιογραφική αναφορά στον διεθνή οργανισμό μετεωρολογίας WMO, ξεκίνησαν τότε να ερευνούν την επίδραση των κλιματολογικών συνθηκών και παραγόντων στη διάχυση και διάδοση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης. Επειδή όλα αυτά συνέβαιναν πάνω από την πόλη, η ανάγκη για ανάμειξη των πολεοδόμων και των αρχιτεκτόνων προέκυψε ευθέως και προφανώς.

Σαν συνέπεια όλων αυτών, η πρώτη «Εισαγωγή στην Αστική Μόλυνση» (Γιώργος Σαρηγιάννης) εκδίδεται στην έδρα της πολεοδομίας του ΕΜΠ το 1979. Ακολούθησαν διάφορες σπουδαστικές εργασίες μεταξύ των οποίων και η «Αστική μόλυνση και μικροκλίμα» (Ιωαννίδου, Καβάλα, Λυρούδιας), με εφαρμογή στην Αθήνα και αναζήτηση στοιχείων κλιματολογικού σχεδιασμού. Ήταν μια επιτυχημένη σπουδαστική εργασία που ταυτόχρονα αποτέλεσε αφορμή για την πρώτη συνεργασία μου με το περιοδικό Τεχνικά, όταν δημοσίευσε περίληψή της.

Ο κλιματολογικός σχεδιασμός είναι δυνατόν να επηρεάσει την κατεύθυνση των αγωγών εξαερισμού της πόλης, τον προσανατολισμό των κτιρίων τις περιοχές υγιεινής διαβίωσης, την έλλειψη ή την παρουσία ανθυγιεινής υγρασίας κλπ. Για παράδειγμα, είναι απλή λογική το να θεωρήσουμε ότι η πόλη αερίζεται καλύτερα, όταν οι δρόμοι προσανατολίζονται στην κατεύθυνση των κυρίως πνεόντων ανέμων. Αν δε οι δρόμοι αυτοί έχουν και φυτά, τότε εμπλουτίζουν σε οξυγόνο τον αέρα και φιλτράρουν τα αιωρούμενα σωματίδια από την ατμόσφαιρα της πόλης.

Και όμως, η κοινή λογική καταστρατηγήθηκε υποτασσόμενη σε διαφορετικά κίνητρα: Ήταν τότε που εμείς, ως Αρχιτέκτονες και διοίκηση, αποφασίσαμε στο Παλιό Φάληρο να ορθώσουμε ένα τείχος οκταόροφων κατασκευών ώστε να δημιουργήσουμε ένα φράγμα τέτοιο, ώστε η πόλη να δυσκολεύεται να αεριστεί. Ήταν πάλι, όπως σήμερα, μια περίοδος δύσκολη οικονομικά που έπρεπε να κινηθεί η αγορά και η οικοδομή είχε, όπως πάντα συμβαίνει σε παρόμοιες συνθήκες, την τιμητική της.

Περιβαλλοντικά δεδομένα

Την ίδια εποχή, άνθησε η επεξεργασία μετρήσεων. Οι υπολογιστές εμφανίσθηκαν στην αρχή σαν main frames και αργότερα σαν desktops, στη δεκαετία του 80, δίδοντας τη δυνατότητα νέων μαθηματικών προσεγγίσεων και ερευνών κυρίως για την κατεργασία χρονοσειρών μετρήσεων. Πιστεύαμε ότι μετρώντας την μόλυνση θα μπορέσουμε να καθορίσουμε και τον τρόπο διάχυσής της και πέρα από τη διαπίστωση του τι συμβαίνει, να μπορέσουμε να επηρεάσουμε το σχεδιασμό της πόλης και του κτιρίου έτσι, ώστε να έχουμε καλύτερη ποιότητα ζωής και γενικότερη οικονομία.

Μετρήσαμε λοιπόν τη θερμή νήσο στο κέντρο της Αθήνας, κατανοήσαμε τι θα πει θερμοκρασιακή αναστροφή και θερμή νήσος και τελικά κλείνοντας τα εργοστάσια και τοποθετώντας καταλύτες στα αυτοκίνητα περιορίστηκε το φωτοχημικό νέφος. Το ξεχάσαμε, αλλά αρχίσαμε σιγά σιγά να ακούμε το βουητό από τα κλιματιστικά και πρακτικά σε κάθε υπνοδωμάτιο να τοποθετούμε έναν ψύκτη μέσα και μια σόμπα το κατακαλόκαιρο απ’ έξω, γιατί, όπως όλοι γνωρίζουμε, τα κλιματιστικά αποβάλλουν θερμό αέρα στον εξωτερικό χώρο. Οι, έτσι κι αλλιώς, θλιβεροί ακάλυπτοι έγιναν αβίωτοι και το όνειρο του κάθε μικροαστού της Κυψέλης ήταν να δραπετεύσει σε υγιεινότερο περιβάλλον στα βόρεια και στα νότια προάστια.

Πρωτοποριακές σκέψεις είχαν καταγραφεί εκείνη την εποχή, πλην όμως η οικολογία και η αειφορία, με την έννοια ότι αξίζει να πληρώσεις κάτι παραπάνω, δηλαδή να προκαταβάλεις το τίμημα του optimum και όχι το minimum για το μέλλον, δεν είχε ακόμη ωριμάσει. Το φθηνότερο ήταν και το προτιμητέο.

Οι θεωρητικοί επιστήμονες (scientists) επιμένουν στην αναζήτηση τάσεων, εμμονών, περιοδικοτήτων και τυχαίου μέρους στις χρονοσειρές των διαφόρων μεγεθών, κατά κάποιο τρόπο στις επιστήμες «πολυτελείας», όπου δεν αναζητούνται επιτακτικές λύσεις αλλά γενικώς βελτιώσεις, ενδείξεις και προγνώσεις πάσης φύσεως, από σεισμούς μέχρι πλημμύρες. Οι μηχανικοί όμως, που επιμένουν να θεωρούν εαυτούς επιλυτές προβλημάτων, ερωτοτροπούν, εκόντες άκοντες, με γενικότερες έννοιες όπως marketing, οικονομία, φιλοσοφία και αειφορία, αναζητώντας εφαρμογές πρακτικά σε όλους τους τομείς του ανθρωπογενούς περιβάλλοντος. Ενας από τους πρώτους στόχους της «αειφορικής» συνείδησης και σκέψης απετέλεσε η ενεργειακή διαχείριση.

Τις τελευταίες δύο δεκαετίες, η αειφορία έχει αποτελέσει τη λέξη κλειδί για την παγκόσμια αγορά ενέργειας. Ο τρόπος με τον οποίο η ανθρωπότητα σήμερα παράγει και χρησιμοποιεί την ενέργεια, οδηγεί σε υποβάθμιση και εξάντληση των παγκόσμιων πηγών ενέργειας μέσα σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα. Η ενέργεια είναι απαραίτητη για τη ζωή και παρόλο που η τεχνολογική πρόοδος έχει καταστήσει εφικτή την αξιοσημείωτη μείωση στο ενεργειακό ισοζύγιο ανά μονάδα παραγωγής και χρήσης τελικού προϊόντος, η εξάντληση των αποθεμάτων υδρογονανθράκων είναι αναμενόμενο γεγονός. Το ερώτημα είναι πότε θα συμβεί. Όποια κι αν είναι η απάντηση, χρειάζεται να ληφθούν υπ’ όψη οι συνθήκες για μια μακροπρόθεσμη εκδοχή υπό την παρούσα ενεργειακή κατάσταση που οδηγεί σε επείγουσα ανάγκη για πρωτοποριακές λύσεις για το μέλλον της παγκόσμιας ενέργειας.

Ο αρχιτέκτονας και η κατανάλωση της ενέργειας.

Ερώτημα: Μπορούν οι μικρές οικονομίες στην κατανάλωση της ενέργειας να αποτρέψουν τις μεγάλες επενδύσεις που απαιτούνται για να παρακολουθήσουν την ολοένα και αυξανόμενη απαίτηση σε ενέργεια της σύγχρονης κοινωνίας;

Επισήμως, όλοι λέμε ναι. Ενστικτωδώς, βέβαια, το αμφισβητούμε. Ποιοι είναι αυτοί που θα περιορίσουν τις ενεργειακές τους απαιτήσεις προκειμένου να περιοριστούν οι εκπομπές και να σωθεί ο πλανήτης; Εμείς θα περιορίσουμε το περιττό του περιττού; Η Ινδία και η Κίνα είναι δυνατόν να έχουν ώριμη αντίδραση, μη έχοντας γευτεί ακόμα ούτε τα απαραίτητα καταναλωτικά αγαθά, που πλουσιότερες κοινωνίες θεωρούν δεδομένα (π.χ. ιδιωτικά αυτοκίνητα);

Ο πολιτισμένος κόσμος και την επένδυση στις ανανεώσιμες πηγές θα ενθαρρύνει και την ενεργειακή κατανάλωση θα προσπαθήσει να περιορίσει με μακράς απόδοσης επενδύσεις. Ακόμα και μείωση γεννήσεων έχει πραγματοποιήσει.

Το ερώτημα παραμένει: είναι δυνατόν και για πόσο χρόνο μόνο ο ανεπτυγμένος κόσμος να καθορίσει το ενεργειακό μέλλον του πλανήτη; Και, για να εντοπιστούμε στο ειδικό θέμα αυτής της εισήγησης: Κάτω από αυτό το γενικό κλίμα της μείωσης των εκπομπών, του ελέγχου των γεννήσεων, του φόβου για αυτοκαταστροφή, ποιός είναι ο σύγχρονος και μελλοντικός ρόλος του αρχιτέκτονα;

Ιστορικά, ο αρχιτέκτονας παραμένει ένας σχεδιαστής, designer, οραματιστής που με μολύβι ή με Η/Υ σχεδιάζει, επιλύει- θεραπεύει ανάγκες, αλλά ταυτόχρονα αποτυπώνει την ανθρώπινη φιλοδοξία, το κοινωνικό όραμα, την υπερβολή και τη ματαιοδοξία. Σήμερα καλείται να προσαρμόσει τον παραδοσιακό του ρόλο στις νέες ανάγκες. ‘Οσο και να φαίνεται παράδοξο, ο καλύτερος τρόπος «προσαρμογής» στο μέλλον είναι εν μέρει η στροφή σε παραδοσιακότερες πρακτικές, λύσεις και εφαρμογές.

Για παράδειγμα, οι αρχέγονες γνώσεις, έχοντας καταστεί ένστικτο, οδηγούσαν τη φυλή στην επιλογή του τόπου κατοικίας, η οποία πολλές φορές διαφοροποιείτο σε χειμερινή ή θερινή. Όχι για λόγους αναψυχής, αλλά για λόγους επιβίωσης. Αλλού ήταν το «μιτάτο» και αλλού το «χειμαδιό», ακόμα και για τα ζώα. Με αντίστοιχα κίνητρα τα παραδοσιακά σπίτια έχουν μικρά ανοίγματα και ασβεστωμένους τοίχους για να περιορίζουν τις συνέπειες της αυξημένης ηλιακής ακτινοβολίας, ενώ μαζεύουν νερό σε στέρνες για να διαχειριστούν την εποχιακή διακύμανση της βροχόπτωσης.

Και όμως, στην πρώτη έκθεση της Αμερικάνικης EPA το 1970, δεν περιλαμβάνονται πολλά πράγματα πέραν των παραδοσιακών μεσογειακών γνώσεων περί ηλιασμού, σκιασμού και εξοικονόμησης ενέργειας, ενώ σήμερα κάθε γραμμή που σχεδιάζεται, πρέπει να αντιστοιχεί σε υλικό και μορφή, στη σύνθεση των οποίων η ενεργειακή ταυτότητα πρέπει να είναι πλεόν προσεκτικά επιλεγμένη.

Πρόκειται για μια πολυδιάστατη προσέγγιση στο σχεδιασμό, όπου ο εμβάτης- module της κατασκευής και του σχεδιασμού, θα πρέπει να έχει παραχθεί με την ελάχιστη ενεργειακή κατανάλωση και να αναπτύσσεται έτσι, ώστε να προκαλεί την ελάχιστη ενεργειακή επιβάρυνση: Δεν ωφελεί να έχουμε ένα σπίτι άριστα ενεργειακά και κλιματολογικά σχεδιασμένο και τα υλικά που χρησιμοποιούμε στην κατασκευή του να είναι ενεργοβόρα στην παραγωγή τους. Πόσο οικολογική μπορεί να είναι μια ανεμογεννήτρια, εάν η επιβάρυνση στο περιβάλλον για την κατασκευή της είναι μεγαλύτερη από αυτό που πραγματικά προσφέρει κατά τη διάρκεια της οικονομικής ζωής της;

Η σύνθετη, πολυκριτηριακή αυτή ανάλυση οδηγεί σε νέα αντιμετώπιση των «φιλικών προς το περιβάλλον», «οικολογικών» και «αειφορικών» πρακτικών. Σήμερα καθίσταται αναγκαίο η υιοθέτηση οποιασδήποτε «λύσης» να εξετάζεται τόσο από «αειφορική» όσο και από οικονομική σκοπιά. Ετσι γεννιέται μια νέα έννοια-ομπρέλλα, που θα την ακούσουμε όλο και περισσότερο στο μέλλον: Η έννοια της βιο-οικονομίας.

Η βιο- οικονομία είναι ένα σύνολο από οικονομικές δραστηριότητες που σχετίζονται με την επινόηση, την ανάπτυξη, την παραγωγή και την χρήση βιολογικών προϊόντων και διαδικασιών. Παρόλο που οι δραστηριότητες αυτές παραμένουν σχετικά περιορισμένες, αναπτύσσονται ραγδαία και αναμένεται στο μέλλον να επηρεάσουν σημαντικά την οικονομία και την κοινωνία, βελτιώνοντας την υγεία, τη διατροφή, την ενεργειακή απόδοση, το περιβάλλον, τη βιομηχανική παραγωγή, την αειφορία και εν’ τέλει να συμβάλουν στη γενικευμένη ευζωία.

Ανοιχτά ερωτήματα

Τα ερωτήματα που παραμένουν ανοιχτά είναι το (α) εάν και πως εμφανίζεται η βιο- οικονομία στις κυβερνητικές προτεραιότητες, (β) τι έχει πραγματοποιηθεί μέχρι τώρα, ποια είναι τα κίνητρα για την ανάπτυξη της βιο- οικονομίας, (γ) ποιοι είναι οι αρμόδιοι προς τούτο, (δ) ποιες είναι οι βασικές αρχές μιας τέτοιας πολιτικής, (ε) τι νομοθετικό πλαίσιο απαιτείται και τέλος (στ) ποιο είναι το διεθνές περιβάλλον;

Το σύνολο των ερωτημάτων ανάγονται και παραπέμπονται στο μελλοντικό Υπουργείο Περιβάλλοντος, ασχέτως εάν βασίμως μπορούμε να θεωρήσουμε ότι ακόμα και αν υπήρχε αυτό το Υπουργείο, η αποτελεσματικότητά του δεν θα μπορούσε να είναι διαφορετική από των υπολοίπων.

Οι αειφόρος ανάπτυξη και ο περιβαλλοντικός σχεδιασμός δεν είναι μια επέκταση της αρμοδιότητας του αρχιτέκτονα. Ήταν πάντα το πεδίο της επαγγελματικής και κοινωνικής ευθύνης του αρχιτέκτονα, επομένως η συμμετοχή του σε δραστηριότητες που διέπονται από βιο-οικονομικές αρχές θεωρείται αναγκαία, ιδιαίτερα αν η στροφή σε παραδοσιακότερες προαιώνιες πρακτικές προβάλλει ως σημαντικός παράγοντας της σύγχρονης βιο-οικονομίας.

Οι παράγοντες που καθορίζουν το ρόλο- συμμετοχή του αρχιτέκτονα στη βιο- οικονομία είναι οι ακόλουθοι:
- Το «ηθικόν γήρας» του κτιρίου- Η μοίρα του κάθε κτιρίου. Ο αρχιτέκτων ως κοινωνικός επιστήμονας ή ακόμη και ως κοινωνικός εγκληματίας πολλές φορές καταδικάζει ευρύτερα σύνολα να ζήσουν σε ένα κακό οικιστικό περιβάλλον.
- Η βιο- οικονομική διάσταση του αρχιτεκτονικού– πολεοδομικού σχεδιασμού για μια βέλτιστη εκμετάλλευση-χρήση των πόρων με συνείδηση αειφορίας. Από την εκσκαφή μέχρι την αποπεράτωση υπάρχουν πολλές περιπτώσεις που η βελτίωση της διαδικασίας μπορεί να καταστεί βιο- οικονομικά ορθή. Στις ανεπτυγμένες χώρες της Ευρώπης, εάν τα ανάπιπτα, δηλ. η παραγόμενη σκόνη από την οικοδομική δραστηριότητα, υπερβούν κάποια όρια, τότε η ανοικοδόμηση περιστέλλεται.
- Ο αρχιτέκτονας πρέπει να εγγυάται την ασφάλεια και την υγιεινή των χρηστών- πελατών του καθώς και την ελάχιστη επίπτωση στο φυσικό περιβάλλον.
- Η μέγιστη οικολογική ανταποδοτικότητα όλων των κατασκευών που σχεδιάζει ο αρχιτέκτονας συναρτάται με τη μείωση των επικίνδυνων εκπομπών και αποβλήτων, τόσο κατά τη διάρκεια της οικονομικής ζωής του κτιρίου όσο και κατά τη φάση της κατασκευής του.
- Ο σχεδιασμός της άνεσης, της χρηστικότητας και της κατοικισιμότητας για κάθε χρήστη, από τα άτομα με ειδικές ανάγκες μέχρι τα παιδιά και τους ηλικιωμένους, σε όλες τις κλίμακες του σχεδιασμού, από το shop mobility μέχρι την ελεύθερη πρόσβαση και τη χρηστικότητα των αντικειμένων που σχεδιάζονται και κατασκευάζονται είναι βιο- οικονομική παράμετρος που ανεξάρτητα του πόσο στοιχίζει, η ανεπτυγμένη κοινωνία οφείλει να την προσφέρει.
- Η πολιτιστική εναρμόνιση των κτιριακών μορφών στις τοπικές συνθήκες είναι επίσης δουλειά του αρχιτέκτονα. Ο σχεδιασμός της «ένταξης», για να εξασφαλίζεται η συνέχεια, πρέπει να είναι σύμφωνος με τα οράματα της κοινωνίας. Διατήρηση, προστασία και ανάδειξη μνημείων είναι η κοινωνική πλευρά της βιο- οικονομίας.
- Τέλος, ο αρχιτέκτονας πρέπει να συμμετάσχει θεσμικά σύμφωνα με τις γνώσεις του, τη σπουδή του και την εμπειρία του στο μέρος των μελετών που του αναλογούν ώστε να εξασφαλίζεται το αναμενόμενο από την κοινωνία αποτέλεσμα.


Το κύκλωμα παραγωγής της οικοδομής

Στο κύκλωμα της παραγωγής των έργων, ο αρχιτέκτονας αναμιγνύεται από κοινού με άλλες ειδικότητες στην έρευνα για την ανάπτυξη των παρακάτω κατευθύνσεων:

- Βιομηχανία παραγωγής οικοδομικών υλικών, προκατασκευών, μηχανοποίηση κατασκευής κ.λ.π.
- Αναλογιστές και οικονομολόγους για τον προσδιορισμό του βέλτιστου κόστους κατασκευής.
- Περιβαλλοντολόγους, πολεοδόμους και πολιτικούς επιστήμονες για τον προσδιορισμό των κοινωνικών αναγκών.
- Το Real Estate, για να καθορισθεί το βέλτιστο οικονομικό πρόγραμμα εξόδου από την κρίση.
- Άλλες μονοδιάστατες κοινωνιολογικά ειδικότητες, όπως διακοσμητές, διαμορφωτές κοινής γνώμης, διασκεδαστές, οι οποίοι αναμιγνύονται μέσω των Μ.Μ.Ε. και μοιραίως διεκδικούν ρόλο στην παραγωγική διαδικασία.

Όλα τα παραπάνω σαν διαδικασία συνεργασίας και συνύπαρξης πρέπει να εισαχθούν στην εκπαίδευση και μάλιστα από τα πρώτα στάδια. Παράλληλα, πρέπει να χρηματοδοτηθούν και να αναπτυχθούν παραδείγματα πειραματικών-πιλοτικών κτιρίων ώστε να αναπτυχθεί εμπειρία και γνώση. Πρέπει να αναληφθούν πρωτοβουλίες από κοινού με άλλες ειδικότητες για τη διάχυση της γνώσης σε ευρύτερες κοινωνικές ομάδες.

Προχωρώντας τώρα σε πιο πρακτικά θέματα, ο αρχιτέκτονας καλείται να συμβάλλει στην αλλαγή συνηθειών όσον αφορά την ενεργειακή κατανάλωση, τόσο του μεμονωμένου καταναλωτή όσο και των βιομηχανικών διαδικασιών, με στόχο την ελαχιστοποίηση των αποβλήτων και τη μεγιστοποίηση της ανακύκλωσης.

Κτίρια- δέντρα- ανακύκλωση

Στις μέρες μας σηματοδοτείται σχεδιαστικά ένας ποιητικός νατουραλισμός. Μια επιστροφή στη φύση. Παράλληλα με τα «έξυπνα κτίρια», όπου όλα γίνονται αυτόματα, παράγεται μια φύτευση στους τοίχους και στα δώματα τόσο στα χαρτιά όσο και σε αρκετά κατασκευασμένα παραδείγματα που εμπνέονται από τους νόμους της φύσης. Οι προσεγγίσεις αυτές δημιουργούν έναν ενθουσιασμό στο χρήστη όταν τις βλέπει στο χαρτί ή ακούει περιγραφές από γοητευτικούς ομιλητές. Δεν πρόκειται για επιστημονική φαντασία.

Είναι άγνωστο προς το παρόν πόσο εύκολα και αν η συγκυρία θα αναγκάσει τον άνθρωπο να επιστρέψει στη φύση και να συνυπάρξει με ζώα και πουλιά, έντομα και τρωκτικά, όπως τη 10ετία του ’50 και να ανακυκλώνει τα υλικά που καταναλώνει με παραδοσιακούς τρόπους, τότε που η αλυσίδα της επιβίωσης περιελάμβανε την κότα, το χοίρο, την κατσίκα και την αυλή με το περιβόλι και τα οπωροφόρα δένδρα.

Επανερχόμενοι στη διαχείριση της περιβαλλοντικής μεταβολής και στο ρόλο που καλείται να παίξει ο αρχιτέκτονας, πρέπει να αναφερθούμε στα φυτεμένα δώματα, που τελικά δεν είναι τόσο απλή υπόθεση. Υπάρχουν ήδη κατασκευασμένα παραδείγματα που απέτυχαν πλήρως. Η μεν φύτευση δεν ευδοκίμησε, οι δε εξωτερικές επιφάνειες από ξύλο απορρόφησαν άλατα και δημιούργησαν αντιαισθητική εμφάνιση. Όταν αυτό συμβεί, η κοινή γνώμη απογοητεύεται και η αειφορία στον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό δοκιμάζεται.

Η αειφορία στην αρχιτεκτονική δεν προσδιορίζεται αποκλειστικά με standards. Είναι ένα κοινωνικό όραμα που πρέπει να μεταφραστεί με βιο- οικονομικούς όρους. Η τεχνολογία, η πράσινη αρχιτεκτονική, το οικολογικό σπίτι, το «έξυπνο σπίτι», το «φιλικό προς το περιβάλλον» και το πολιτικά ορθό είναι θέματα, όχι για ανταγωνισμό, αλλά για συνέργεια με τις άλλες ειδικότητες μηχανικών, που πρέπει να οδηγήσουν την κοινωνία στην ελαχιστοποίηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων και στην καλύτερη ζωή.

Ο αρχιτέκτονας καλείται να είναι ο εφευρετικός και ο δημιουργικός επαγγελματίας μεταφράζοντας τις τρέχουσες κοινωνικές ανάγκες σε πράξη αλλά και οραματιζόμενος το μέλλον για τις επόμενες δεκαετίες. Εξ’ άλλου, η αρχιτεκτονική σκέψη είναι κατ’ εξοχήν συνθετική, σε έναν κόσμο γεμάτο περιορισμούς και αντιφάσεις.

Γνωρίζουμε ότι πρέπει να ξεκαθαριστούν ακόμη πολλά πράγματα και πρέπει να δουλέψουμε ώστε η αειφορία να αποτελέσει εθνικό προσανατολισμό. Η διατύπωση μιας εθνικής πολιτικής για την πράσινη αρχιτεκτονική στα πλαίσια της βιο- οικονομίας είναι στους άμεσους στόχους της Πανελλήνιας Ένωσης Αρχιτεκτόνων.

Τετάρτη 4 Φεβρουαρίου 2009

ΠΕΡΙ ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΟΥ

Θα προσπαθησω το συντομότερο να σας ενημερώσω γιά όσα διαδραματίζονται στη σκηνή των χωροταξικών σχεδιασμών και επιλογών. Πάντα με σκεπτικισμό αλλά και με την πρέπουσα οδύνη γιά μιά επιλογή που θα έπρεπε να είναι κοινός τόπος και στόχος επιστημόνων και πολιτικών